Η κρυφή γοητεία της Λιτότητας

Γκραφίτι στην Αθήνα

Ο ΓΓ του ΜέΡΑ25, Γιάνης Βαρουφάκης, γράφει για τη λιτότητα, το φάντασμα του Τόμας Πηλ και την εξισορρόπηση των χρηματογορών και της πραγματικής οικονομίας.

Κατά τη δεκαετία του 1840, ο Τόμας Πηλ αποφάσισε να μεταναστεύσει από την Αγγλία στον Κύκνειο Ποταμό της Δυτικής Αυστραλίας. Ευκατάστατος επιχειρηματίας, πήρε μαζί του, πέραν της οικογένειάς του, «300 μέλη της εργατικής τάξης, άνδρες, γυναίκες και παιδιά» όπως και «μέσα επιβίωσης καθώς και εργαλεία αξίας 50 χιλιάδων στερλινών». Όμως, πολύ γρήγορα μετά την άφιξή του στην Αυστραλία τα σχέδιά του κατέρρευσαν.

Ο λόγος δεν ήταν κάποια αρρώστια, μια κακοδαιμονία, ή ένα λάθος στον τρόπο με τον οποίο καλλιέργησαν τη νέα γη. Ο λόγος ήταν ότι τον εγκατέλειψε το εργατικό του δυναμικό! Η άφθονη εύφορη γη σήμαινε ότι δεν είχαν κανέναν λόγο να δουλεύουν για τον κ. Πηλ. Χωρίς φασαρίες ή πολλά-πολλά, πήγαν πιο πέρα και δούλεψαν για πάρτη τους. Παρά τογεγονός ότι ο κ. Πηλ είχε φέρει μαζί του εργασία, χρήμα και κεφαλαιουχικά αγαθά, η πρόσβαση των εργαζόμενων σε εναλλακτικές σήμαινε ότι δεν μπόρεσε να φέρει μαζί του τον… καπιταλισμό.

Την ιστορία αυτή την αφηγήθηκε ο Μαρξ στον πρώτο τόμο του Κεφαλαίου του για να μας εξηγήσει πως «…το κεφάλαιο δεν είναι ένα πράγμα, αλλά μια κοινωνική σχέση μεταξύ προσώπων…» Πρόκειται για ιστορία ιδιαίτερα χρήσιμη στις μέρες μας καθώς ρίχνει φως όχι μόνο στη διαφορά μεταξύ χρήματος και κεφαλαίου αλλά και στο λόγο που οι πολιτικές της Λιτότητας, παρά την έλλειψη μακροοικονομικής λογικής τους, επιστρέφουν ξανά και ξανά – σαν την κάλπικη δεκάρα.

Για τώρα, η Λιτότητα είναι ντεμοντέ. Με τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ, της Ιαπωνίας, της Βρετανίας και των κραταιών κρατών-μελών της ΕΕ να ξοδεύουν σα να μην υπάρχει αύριο – ή, για την ακρίβεια, μπας και υπάρξει αύριο – οι περικοπές κρατικών δαπανών, ώστε να περιοριστεί το κρατικό χρέος, έχουν μπει στον πάγο. Η απρόσμενα μεγάλη τονωτική ένεση στην αμερικανική οικονομία από την κυβέρνηση Μπάιντεν έβγαλε, προς το παρόν, την Λιτότητα από την ημερήσια διάταξη του δημόσιου διαλόγου. Βέβαια, όπως ο μαζικός τουρισμός, έτσι κι η Λιτότητα περιμένει στη γωνία να επιστρέψει δριμύτερη, ακόμα και σε χώρες υπό τον φόβο του πληθωρισμού και της ανόδου των επιτοκίων.

Το ενδιαφέρον είναι ότι, σε «κανονικές» χώρες, η Λιτότητα δεν έχει καμία λογική βάση. [Σημ. Σε τούτο το άρθρο προσπερνώ χρεοδουλοπαροικίες, όπως η Ελλάδα, όπου η Λιτότητα δεν είναι τίποτα άλλο από το ξεζούμισμα των πολιτών από τους δανειστές-κατακτητές.] Το σφάλμα στο οποίο θεμελιώνεται η Λιτότητα σε «κανονικές» χώρες, όπως οι ΗΠΑ ή η Βρετανία ή η Γερμανία, είναι η αποτυχία κατανόησης του εξής απλού πράγματος: Πως, αντίθετα με εμάς ως άτομα, το κράτος δεν έχει την πολυτέλεια της ανεξαρτησίας των δαπανών από τα έσοδά του. Αν εσείς αποφασίσετε να μην αγοράσετε ένα ζευγάρι παπούτσια, τα χρήματα που δεν ξοδέψατε σας μένουν. Το κράτος, όμως, δεν έχει αυτή την πολυτέλεια. Αν, σε περίοδο μειωμένων ιδιωτικών δαπανών, το κράτος μειώσει κι αυτό τις δημόσιες δαπάνες του, τότε θα μειωθεί ακόμα γρηγορότερα το σύνολο ιδιωτικών και δημόσιων δαπανών. Ναι, αλλά το σύνολο ιδιωτικών και δημόσιων δαπανών ισούται, εξ ορισμού, με το εθνικό εισόδημα. Με άλλα λόγια, η Λιτότητα μειώνει το συνολικό μας εισόδημα και, άρα, τα φορολογικά έσοδα του κράτους. Να γιατί, αντίθετα με εσάς κι εμένα, αν σε δύσκολους καιρούς η κυβέρνηση μειώσει τις δημόσιες δαπάνες θα περικόψει και τα έσοδά της.

«Ωραία», θα αναρωτηθείς αγαπητέ αναγνώστη «αν η Λιτότητα είναι μια τόσο κακή ιδέα, η εφαρμογή της οποίας συρρικνώνει την οικονομική δραστηριότητα, τότε γιατί είναι τόσο δημοφιλής μεταξύ των κραταιών της γης;» Μια εξήγηση είναι ότι, αν και οι έχοντες κατανοούν ότι η κρατική ενίσχυση των μη εχόντων είναι μια μορφή εξασφάλισης της δικής τους περιουσίας από οικονομικές υφέσεις και λαϊκές εξεγέρσεις, δεν έχουν καμία όρεξη να πληρώνουν τα… ασφάλιστρα (δηλαδή, φόρους). Η εξήγηση αυτή ισχύει (καθώς τίποτα δεν εξαγριώνει τους ολιγάρχες περισσότερο από την προοπτική να φορολογούνται) αλλά, από την άλλη, δεν εξηγεί την λυσσαλέα αντίθεσή τους στο να χρηματοδοτηθούν οι φτωχότεροι κατ’ ευθείαν με χρήμα που κόβει η κεντρική τράπεζα.

Όταν ρωτιούνται οικονομολόγοι των οποίων οι θεωρίες συνάδουν με τα συμφέροντα της ολιγαρχίας γιατί αντιτίθενται σε πολιτικές ενίσχυσης των πολλών μέσω χρήματος που κόβει η κεντρική τράπεζα, η απάντηση που δίνουν είναι μονολεκτική: Πληθωρισμός! Οι πιο προχωρημένοι πάνε ένα βήμα παραπέρα. Επιχειρηματολογούν ότι η χρηματοδότηση των φτωχών από το «λεφτόδεντρο» τελικά θα πλήξει τους ίδιους τους φτωχούς πολίτες καθώς θα ανέβουν τα επιτόκια. Με το που ανεβαίνουν τα επιτόκια, θα αυξηθεί το κόστος αποπληρωμής του δημόσιου χρέους, κι η κυβέρνηση – λένε – θα αναγκαστεί σε περικοπές δαπανών οι οποίες, νομοτελειακά, πλήττουν περισσότερο τους πιο αδύναμους πολίτες.

Δεν είναι της στιγμής να μπούμε στην κουβέντα αυτή. Ας υποθέσουμε, λοιπόν, για μια στιγμή, και για λόγου χάριν, πως όλοι συμφωνούν ότι το να τυπώσει η ΕΚΤ ένα ή και δύο επί πλέον τρισεκατομμύρια ευρώ, με σκοπό να τα μοιράσει στους φτωχότερους ευρωπαίους, δεν θα φέρει ούτε πληθωρισμό ούτε υψηλότερα επιτόκια. Έστω ότι συμφωνούσαν σε αυτό ακόμα κι οι πιο κατεστημενικοί οικονομολόγοι. Πιστεύετε ότι οι ολιγάρχες θα συναινούσαν σε μια τέτοια ενίσχυση των πολλών; Σε καμία περίπτωση! Μια τέτοια ενίσχυση θα ξύπναγε μέσα τους τον εφιάλτη ότι θα καταλήξουν όπως ο κ. Πηλ στη Δυτική Αυστραλία: Πλούσιοι μεν αλλά άνευ της ισχύος να βάζουν τους φτωχότερους να δουλεύουν γι’ αυτούς δε!

Ήδη βλέπουμε ενδείξεις αυτού του φαινομένου στις ΗΠΑ. Οι εργοδότες αναφέρουν ότι, τώρα που ανοίγει η οικονομία λόγω επιτυχημένου εμβολιαστικού προγράμματος, αδυνατούν να βρουν υπαλλήλους. Βέβαια, εκείνο που εννοούν είναι ότι δεν βρίσκουν υπαλλήλους διατεθειμένους να δουλέψουν για τα ψίχουλα που τους προσφέρουν! Η απόφαση της κυβέρνησης Μπάιντεν να επεκτείνει έως τον Σεπτέμβρη το επίδομα των 300 δολαρίων την εβδομάδα για τους φτωχότερους τους εξασφάλισε εισοδήματα διπλά από τον κατώτατο ωρομίσθιο – τον οποίο το Κογκρέσο αρνήθηκε να αυξήσει. Εν πολλοίς, οι εργοδότες βιώνουν κάτι αντίστοιχο με εκείνο που ένιωσε ο κ. Πηλ λίγο αφού αποβιβάστηκε στην Αυστραλία.

Αν έχω δίκιο, ο κ. Μπάιντεν βρίσκεται αντιμέτωπος με δυσεπίλυτο πρόβλημα: Λόγω της, μετά το 2008, αποσύνδεσης των χρηματαγορών από την πραγματική καπιταλιστική παραγωγή, όποιο μέγεθος και να διαλέξει τονωτικής ένεσης στην οικονομία των ΗΠΑ θα αποδειχθεί ταυτόχρονα ανεπαρκές και υπερβολικό! Ανεπαρκές επειδή, όσο μεγάλη τονωτική ένεση και να κάνει, δεν θα καταφέρει να δημιουργήσει αρκετές καλές θέσεις εργασίας. Και υπερβολικό επειδή, δεδομένης της εξάρτησης πάμπολλων εταιρειών-ζόμπι από τα χαμηλά επιτόκια και το δυσβάστακτο χρέος τους, ακόμα και μια μικρή αύξηση των επιτοκίων θα πυροδοτήσει ακολουθία χρεοκοπιών στην πραγματική οικονομία και ασφυξία στις χρηματαγορές.

Η μόνη πραγματική λύση, ώστε να εξισορροπηθούν και  οι χρηματαγορές και  η πραγματική οικονομία, είναι η ενίσχυση της αμερικανικής εργατικής τάξης με χρήμα και με κουρέματα των ιδιωτικών χρεών που την κρατούν δέσμια (π.χ. δανείων που πήραν ο νέοι άνθρωποι για να σπουδάσουν καταβάλλοντας τα γνωστά υπέρογκα δίδακτρα που ζητούν τα ΑΕΙ των ΗΠΑ). Όμως ακριβώς επειδή μια τέτοια ενίσχυση της πλειοψηφίας θα δυνάμωνε το φάντασμα του κ. Πηλ πλανιέται πάνω από τα κεφάλια τους, οι έχοντες και κατέχοντες προτιμούν την επιστροφή στην παλιά, καλή Λιτότητα!

Έτσι κι αλλιώς, αυτό που καίει τους ολιγάρχες δεν είναι η ενίσχυση της οικονομικής δραστηριότητας αλλά η διατήρηση της δυνατότητάς τους να υποχρεώνουν τους πολλούς να εργάζονται για αυτούς.

Το πιο πάνω άρθρο αποτελεί απόδοση της μηνιαίας στήλης του Γιάνη Βαρουφάκη στο Project Syndicate με αρχικό τίτλο The hidden purpose of Austerity.